Warning
  • JUser: :_load: Unable to load user with ID: 140
Log in
A+ A A-

Ο Bloomberg αποκαλύπτει...έτσι έγινε η έξοδος στις αγορές

  • Written by 

Διεθνές πρακτορείο φωτίζει μια πτυχή της εξόδου στις αγορές. Ο ακρογωνιαίος λίθος της επιτυχούς έκδοσης των 5ετών ελληνικών ομολόγων στις 10 Απριλίου τέθηκε στη συνάντηση που είχε τον περασμένο Σεπτέμβριο ο πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς με επενδυτές στα κεντρικά γραφεία της JPMorgan Chase & Co. στο Μανχάταν σύμφωνα με την Ναυτεμπορική.


Αυτό αναφέρει δημοσίευμα του πρακτορείου Bloomberg, επικαλούμενο δύο πρόσωπα με γνώση του θέματος που ζήτησαν να μην κατονομαστούν λόγω του ιδιωτικού χαρακτήρα της εκδήλωσης.
«Η επίθεση γοητείας άνοιξε τον δρόμο για την έκδοση ύψους 3 δισ. ευρώ, που προσέλκυσε ζήτηση σχεδόν επταπλάσια από το ποσό αυτό», σημειώνεται στο δημοσίευμα.
Σύμφωνα με τους δείκτες του Bloomberg, τα ελληνικά ομόλογα απέφεραν κέρδη μεγαλύτερα από 400% από τον Ιούνιο του 2012, όταν ο κ. Σαμαράς ανέλαβε την εξουσία - περισσότερα από οποιαδήποτε μετοχή τεχνολογικής εταιρείας που περιλαμβάνεται στον δείκτη Standard & Poor's 500.
Οι αποδόσεις των 10ετών ελληνικών ομολόγων έφθασαν τον τρέχοντα μήνα στο χαμηλότερο επίπεδο από τον Φεβρουάριο του 2010 και ο Έλληνας πρωθυπουργός δήλωσε, σε συνέντευξή του την περασμένη εβδομάδα, ότι αναμένει να συνεχισθεί η μείωση των αποδόσεων και ότι η Ελλάδα δεν βιάζεται να προσφύγει ξανά στις αγορές.
«Η έκδοση αυτή (των 5ετών ελληνικών τίτλων) δεν είναι άνευ κινδύνου» δήλωσε ο Μαρκ Νας, διαχειριστής κεφαλαίων της εταιρείας Invesco με έδρα το Λονδίνο, που διαχειρίζεται ποσά ύψους 787 δισ. δολαρίων. Σε τηλεφωνική του συνέντευξη στις 17 Απριλίου, αφού είχε αγοράσει τα νέα ελληνικά ομόλογα, ο κ. Νας δήλωσε: «Αυτή (η έκδοση) βασίζεται στο ότι θα συνεχισθεί να βελτιώνεται η ευρωπαϊκή ανάπτυξη. Τα βασικά οικονομικά στοιχεία της Ελλάδας δεν είναι φοβερά ρόδινα, αλλά δεν υπάρχει αμφιβολία ότι τα πάνε (στην Ελλάδα) πολύ καλύτερα».
Εκτός από την Invesco, μεταξύ των αγοραστών των νέων 5ετών ομολόγων ήταν η εταιρεία Greylock Capital Management με έδρα τη Νέα Υόρκη, η οποία διαχειρίζεται κεφάλαια ύψους 850 εκατ. δολαρίων, αλλά και η Legal & General Investment Management με κεφάλαια ύψους 758 εκατ. δολαρίων.
Η BlackRock, που είναι ο μεγαλύτερος διαχειριστής κεφαλαίων παγκοσμίως με 4 τρισ. δολάρια σε μακροπρόθεσμες τοποθετήσεις, επένδυσε επίσης στα ελληνικά ομόλογα, σύμφωνα με πρόσωπο που έχει γνώση του θέματος, αναφέρει το δημοσίευμα.
Ο Ρίτσαρντ Χόντζες, διαχειριστής κεφαλαίων σταθερού εισοδήματος με έδρα το Λονδίνο, αγόρασε νέα 5ετή ελληνικά ομόλογα αξίας περίπου 30 εκατ. ευρώ για την εταιρεία του Legal & General Dynamic Bond Trust, όπως δήλωσε στο Bloomberg. Το ποσό αυτό αντιστοιχεί σε περίπου 1% του ταμείου (fund) και, αν και άλλοι διαχειριστές της Legal & General αγόρασαν επίσης τα ομόλογα αυτά, η δική του αγορά ήταν η μεγαλύτερη.
Η εταιρεία Acatis Ifk Value Renten UI, με έδρα τη Φρανκφούρτη, πούλησε τα ομόλογα αξίας 3 εκατ. ευρώ που αγόρασε κατά την πρώτη ώρα της διαπραγμάτευσής τους στις 11 Απριλίου με απόδοση 4,85%, αποκομίζοντας ένα «μικρό κέρδος», σύμφωνα με τον Μάρτιν Βίλχελμ, ο οποίος βοηθά στη διαχείριση περίπου 400 εκατ. ευρώ του ταμείου. «Κατέχουμε ακόμη ελληνικά ομόλογα λήξης 2029, αξίας 7 εκατ. ευρώ», δήλωσε ο ίδιος σε τηλεφωνική του συνέντευξη στις 17 Απριλίου.
«Η επιστροφή στις αγορές με την πληρωμή απόδοσης κοντά στο 5% είναι ένα καλό πρώτο βήμα», δήλωσε ο κ. Γιάνικ Νοντ, διαχειριστής της εταιρείας Sturgeon Capital που δεν μπόρεσε να αγοράσει τα ελληνικά ομόλογα λόγω της μεγάλης ζήτησης που υπήρξε. «Βλέπουμε συνεχείς εισροές (κεφαλαίων) στην περιφέρεια της Ευρωζώνης και από τον πυρήνα προς την περιφέρεια της Ευρωζώνης, καθώς οι επενδυτές αναζητούν αποδόσεις. Είμαι πεπεισμένος ότι θα δούμε κάποιες νέες εκδόσεις από την Ελλάδα με μικρότερες διάρκειες, στις οποίες η απόδοση θα είναι πολύ χαμηλότερη».
Ωστόσο, το δημοσίευμα αναφέρει πως δεν πείσθηκαν όλοι οι επενδυτές ότι άξιζε να αγοράσουν τα ελληνικά ομόλογα με απόδοση κάτω από το 5%. Οι εταιρείες Insight Investment Management, Kleinwort Benson Bank, Natixis Asset Management και Skagen, που διαχειρίζονται συνολικά σχεδόν 900 δισ. δολάρια, ήταν μεταξύ των επενδυτών που δεν έλαβαν μέρος στην αγορά των ομολόγων.