Log in
A+ A A-

Μια Πρωτοχρονιά που έκοψα το κάπνισμα

Του Χριστόδουλου Αθανασάτου

Η Πρωτοχρονιά, ως πρώτη ημέρα του χρόνου, μοιάζει συνήθως με κάτι «μακρινό». Παρά το γεγονός ότι είναι, στην πραγματικότητα, όσο κοντά ή μακριά είναι και η πρώτη ημέρα ενός οποιουδήποτε μήνα, συνήθως μοιάζει ότι αργεί. Για αυτό τον λόγο, αφήνουμε εκκρεμότητες για «μετά τις γιορτές» ή την «τάδε ημέρα του Ιανουαρίου» και νομίζουμε ότι έχουμε αρκετές ημέρες μπροστά μας. Επίσης, αποτελεί και ορόσημο. Ημερομηνία αλλαγών, όταν προγραμματίζουμε την εφαρμογή μεγάλων αποφάσεων. Ανάλογο προγραμματισμό, κατά το παρελθόν, έκανα και εγώ, χωρίς τελικά να τον εφαρμόσω. Μόνο μια αλλαγή στην ζωή μου ίσχυσε από την δεύτερη ημέρα του χρόνου. Μια μέρα όπως την σημερινή. Αλλά δεν την προγραμμάτισα.

Ο χρόνος γυρίζει πίσω στο 2007, όταν, ασφαλώς, έμενα ακόμη στην Ελλάδα. Τριάντα δευτερόλεπτα πριν την αλλαγή του χρόνου, αποφάσισα να ανάψω ένα τσιγάρο το οποίο θα ξεκινούσε το 2007 και θα τελείωνε το 2008. Το έκανα κάθε χρόνο και ήταν μια από τις πολλές στιγμές που, όντας μανιώδης καπνιστής, ταύτιζα με το τσιγάρο. Εκείνο το τσιγάρο δεν το τελείωσα, αλλά το έσβησα απότομα γιατί έπρεπε να μετακινηθώ σε ένα δωμάτιο που δεν μπορούσα να καπνίσω. Ίσως και να ήταν συμβολικό.

Την επόμενη ημέρα, Πρωτοχρονιά, ίσως εκατομμύρια άνθρωποι στον κόσμο να είχαν προγραμματίσει να διακόψουν το κάπνισμα. Εγώ δεν είχα τέτοιες βλέψεις. Πέρασα την ημέρα καπνίζοντας το συνηθισμένο μου – ενάμιση πακέτο – και πήγα για ύπνο. Την επόμενη ημέρα, 2 Ιανουαρίου,  ξύπνησα με έντονο πυρετό, εμετούς και διαταραχές στο στομάχι. Πήρα ρεπό από την δουλειά – με τα χίλια ζόρια, γιατί ήμουν στο «γκρουπ» της Πρωτοχρονιάς» - και κάλεσα τον οικογενειακό μου γιατρό. Όπως μου είπε, το πρόβλημα στο στομάχι ήταν μια απλή δυσπεψία. Τα δύσκολα ξεκίνησαν όταν θέλησε να ακούσει τα πνευμόνια και την καρδιακή μου λειτουργία.

«Δεν είναι πνευμόνια ανθρώπου 26 χρονών (σ.σ. τόσο ήμουν...). Σταμάτα το κάπνισμα. Και έλα την Παρασκευή να δούμε τα πνευμόνια σου», ήταν οι συστάσεις του, τις οποίες, μέχρι να με καλέσει στο ιατρείο του, αντιμετώπισα με δυσπιστία έως ελαφρά ειρωνεία. Θέλοντας να καταλήξω ότι «το κάπνισμα θα το κόψω μόνο αν πεθάνω», τον ρώτησα εάν υπάρχει περίπτωση να έχω κάτι «κακό» (όπου «κακό» βάλτε "καρκίνος"). Δεν απάντησε. Κούνησε σιωπηλά το κεφάλι. Αυτομάτως, πιθανολογώ, ότι πρέπει να άλλαξα τουλάχιστον δέκα χρώματα. Η σκέψη μου πήγε εκεί που θα πήγαινε οποιουδήποτε ανθρώπου και, φυσικά, πέρασαν από το μυαλό μου όλες οι συστάσεις που δεχόμουν από την μητέρα μου, τους συγγενείς και τους φίλους μου: «Κόφτο, είναι καρκίνος», για να λαμβάνουν συνήθως την απάντηση «δεν με ενδιαφέρει, θα πεθάνω καπνίζοντας».

Λίγο αργότερα ο γιατρός μίλησε και διευκρίνισε ότι εννοούσε την βρογχίτιδα, αλλά το σοκ το είχα ήδη πάθει. Με υψηλό πυρετό, ανακατεμένο στομάχι, χωρίς την δυνατότητα να πιω νερό για λίγες ώρες (λόγω ένεσης) και προπαθώντας να συνέλθω από τον πανικό, σκέφτηκα πως αξίζει μια προσπάθεια να μην καπνίσω πάλι για να μην... δώσει άλλη διευκρίνιση ο γιατρός για το τι περιμένει στο μέλλον. Την επόμενη, κιόλας, μέρα επέστρεψα στην δουλειά και ήταν η πρώτη που ήπια καφέ χωρίς να καπνίσω. Οι υπόλοιπες ώρες στον δρόμο και το γραφείο ήταν εφιαλτικές: οι συνάδελφοί μου κάπνιζαν (δεν έχουμε ούτε είχαμε ιδιαίτερους περιορισμούς στην Ελλάδα), εγώ ήμουν νευρικός και έφτασα στο σημείο να αναζητώ στο Google κάποιο επιστημονικό άρθρο, το οποίο θα έλεγε πως δεν είναι σωστό να σταματάς το τσιγάρο ξαφνικά, αλλά σταδιακά. Μόνο έτσι θα είχα την δυνατότητα να καπνίσω «ένα τελευταίο». Ασφαλώς, τέτοιο άρθρο δεν υπήρχε.

Η καθημερινότητά μου ξαφνικά έγινε ένας ζωντανός εφιάλτης: Ο κύκλος μου - επαγγελματικός και φιλικός - αποτελείτο κατά ένα μεγάλο ποσοστό από καπνιστές.  Ώρα με την ώρα, θεωρούσα ότι κάποια στιγμή θα ανάψω τσιγάρο.  Στην διαδρομή για το ρεπορτάζ, με το στρες να με καταβάλει.  Στην καφετέρια, παρακολουθώντας αγώνα του Παναθηναϊκού.  Σε σπίτια φίλων που τα είχα συνδυάσει με το τσιγάρο.  Κι όμως, επέστρεφα σπίτι άκαπνος.

Οι μέρες έφυγαν με την ίδια νευρικότητα, εγώ έφτασα πολλές φορές στο σημείο να καπνίσω πάλι, αλλά τελικά δεν το έκανα. Μια φορά μόνο, έπειτα από είκοσι μέρες, άναψα τσιγάρο – κατά την διάρκεια νυχτερινής διασκέδασης – και εκείνο ήταν το τελευταίο μου: Η γεύση του μου φάνηκε ξένη και, παρά το γεγονός πως γνώριζα ότι στο 2ο ή 3ο τσιγάρο θα επανερχόταν, προτίμησα να βάλω στο μυαλό μου ότι «ποτέ πια δεν θα ήταν το ίδιο». Κάπως έτσι, δεν ξανακάπνισα.

Γιατί έγραψα αυτήν την ιστορία; Περισσότερο με την ευκαιρία της ημέρας – η 2η ημέρα του χρόνου πάντα θα με παραπέμπει σε αυτό το βίωμα – αλλά, δευτερευόντως, με αφορμή μια διαφήμιση που είδα πρόσφατα στην αμερικανική τηλεόραση: Μια γυναίκα στο κρεβάτι του πόνου, με σωληνάκια οξυγόνου, να μην μπορεί να μιλήσει και να αργοπεθαίνει. Το συμπέρασμα; Quit Smoking Now. Δεν ξέρω αν αυτό αποτελεί έναυσμα για να σταματήσει όντως κάποιος το κάπνισμα. Εμένα, τουλάχιστον, δεν ξέρω αν θα με έπειθε τελείως, έστω κι αν με θορυβούσε. Όπως δεν με έπειθαν και οι προειδοποιήσεις στα πακέτα («το κάπνισμα προκαλεί καρκίνο» κτλ) με τις οποίες, ως αντίδραση, έκανα συλλογή, γιατί σε κάθε πακέτο υπήρχε και διαφορετική. Αυτό όμως που έχω να πω, είναι περίπου το ίδιο: Σταματήστε το, πριν είναι αργά. Πριν νοιώσετε όπως ένοιωσα εγώ για κάτι που πίστεψα – ευτυχώς εσφαλμένα - ότι μου συνέβη. Δεν χρειάζεται να είναι Πρωτοχρονιά. Και δεν χρειάζεται να είναι με αυτοκόλλητα και τσίχλες νικοτίνης.

Βέβαια, για να γίνουν αντιληπτά τα παιχνίδια του μυαλού, θα πρέπει να ομολογήσω ότι υπάρχει ένα συγκεκριμένο σημείο το οποίο αποφεύγω, γιατί δεν έχω καταφέρει να το αποσυνδέσω από το τσιγάρο: Είναι η καρέκλα που καθόμουν στην βεράντα του σπιτιού μου στην Πάτρα, κάθε πρωί, όταν έκανα απαραίτητα 2 τσιγάρα με ένα ποτήρι φραπέ, πριν αναχωρήσω για την δουλειά.  Ακόμη και σήμερα, αυτήν την θέση την αποφεύγω.  Ίσως παρέμεινε "στοιχειωμένη", για να μου θυμίζει ότι αρκεί μια στιγμή αδυναμίας για να γκρεμίσεις ό,τι έχτισες με συνεχείς και επίπονες προσπάθειες.  Αλλά αυτό νομίζω πως ισχύει γενικά.

Καλή χρονιά σε όλους με υγεία. Το πιο σημαντικό αγαθό. Μην το υποτιμάτε.