Log in
A+ A A-

Για να μην σου πούμε ότι δεν μας τα έλεγες...

Την ώρα που – είτε με χαιρεκακία, είτε με απογοήτευση – ψηφοφόροι διαφόρων αποχρώσεων κατηγορούν τον Αλέξη Τσίπρα ότι «δεν μας τα είπες αυτά», ίσως υπάρχει ο τρόπος να γυρίσει αύριο ο Πρωθυπουργός να μας πει «για να μην λέτε ότι δεν σας τα είπα».

Του Χριστόδουλου Αθανασάτου*

Ένα από τα μεγάλα λάθη του Γιώργου Παπανδρέου το 2010 – το οποίο πλήρωσε ακριβά – είναι πως δεν προχώρησε σε πρόωρη προσφυγή στις κάλπες όταν οριστικοποιήθηκε πια ότι οι μέρες που έρχονταν για την δική του κυβερνητική περίοδο απείχαν παρασάγγας από όσα υποσχέθηκε. Σε αυτήν την περίπτωση – παρότι κανένας δεν μπορούσε πραγματικά να φανταστεί τι θα ακολουθούσε –θεωρώ ότι έπρεπε να κάνει το εξής: Να κάνει ένα διάγγελμα – από το Καστελόριζο ή όπου αλλού ήθελε – και να πει με απλές κουβέντες: «Σας υποσχέθηκα αυτό, δυστυχώς έρχεται το άλλο, αν εξακολουθείτε να με εμπιστεύεστε δείξτε το στην κάλπη. Αλλά μην πείτε μετά ότι δεν σας τα έλεγα».  Αντ' αυτού, ο κ. Παπανδρέου αποφάσισε να πορευτεί... σαν να μην συμβαίνει τίποτα, ανέλαβε όλο το βάροςκαι από εκεί και πέρα ο μέσος Έλληνας είδε την ζωή του να αλλάζει: Πλέον δεν υπήρχε ούτε η δυνατότητα έντονης διαμαρτυρίας, ούτε διαδηλώσεων, ούτε άσκησης πιέσεων, ούτε επίκλησης σε κάποιον πολιτικό ή ιδεολογικό «πατριωτισμό»:Μισθοί μειώνονταν, παροχές ετών καταργούνταν, εξοντωτικοί φόροι προσθέτονταν διαδοχικά και με μαθηματική ακρίβεια. Ούτε συναντήσεις συνδικαλιστών με Υπουργούς άλλαζαν την κατάσταση: Εν τέλει, άλλοι αποφάσιζαν.

Τις αντιδράσεις τις θυμόμαστε όλοι: Από ένα σημείο και μετά, κανένας Βουλευτής του ΠΑΣΟΚ δεν μπορούσε να κινηθεί ή να εκπληρώσει θεσμικού περιεχομένου κοινωνικές υποχρεώσεις, χωρίς να λοιδορηθεί. Εθιμοτυπικές εκδηλώσεις που άλλοτε οι Αρχές επέβλεπαν διακριτικά απαιτούσαν δρακόντεια μέτρα ασφαλείας, προσκλήσεις σε Βουλευτές και Υπουργούς ακυρώνονταν για να μην υπάρξουν εντάσεις, φαινόμενα ρίψης γιαουρτιών ή ακόμη και... ξυλοδαρμών έκαναν τον γύρο του κόσμου (ποιος ξεχνά τα χτυπήματα στον Κωστή Χατζηδάκη,;), ενώ η εκμετάλευση της γενικευμένης οργής και η επίκληση στο θυμικό επέφερε φαινόμενα όπως η γιγάντωση της Χρυσής Αυγής και η «νομιμοποίηση» των ακραίων αντιδράσεων.

Η απρόσωπη Κυβέρνηση με Πρωθυπουργό τον τεχνοκράτη Λουκά Παπαδήμο, όσο κι αν (με κάποια ψυχρή ορθολογιστική προσέγγιση) θεωρήθηκε μια ενδεδειγμένη λύση σε εκείνη την ταραχώδη περίοδο, εξόργισε ακόμη περισσότερο, καθώς το κοινό είχε πλέον επιχείρημα για να υποστηρίξει τις –ακραίες για όσους δεν την ζήσαμε – τοποθετήσεις περί «χούντας»: Κυβερνούσε, με την κυνικότητα ενός CEO σε πολυεθνική, μια Κυβέρνηση η οποία δεν ψηφίστηκε. Γιατί εάν ο κ. Παπανδρέου είχε αναφέρει στις ομιλίες του «ψηφίστε με να γίνει Πρωθυπουργός ο Παπαδήμος και να φτιάξουμε Κυβέρνηση τεχνοκρατών», θα είχε αποσπάσει περίπου τα ίδια ποσοστά που απέσπασε τον Ιανουάριο το Κίνημα Δημοκρατών Σοσιαλιστών. Με άλλα λόγια, οι Έλληνες ψήφισαν τον Γιώργο Παπανδρέου και το ΠΑΣΟΚ για συγκεκριμένους λόγους, βάσει ενός προγράμματος το οποίο θεώρησαν – ή μάλλον ήθελαν να θεωρήσουν – ρεαλιστικό. «Αυτό ακριβώς, τίποτε άλλο», που έλεγε και ο αντιπρόεδρος του Εδεσσαϊκού.

Ομως, όταν είδαν όλες αυτές τις εξελίξεις, αντέδρασαν. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο τα γιαούρτια και οι μούντζες έξω από την Βουλή δεν είχαν πλέον την ίδια ένταση επί Κυβερνήσεως Σαμαρά: Ενδόμυχα, όλοι γνώριζαν ποιον ψήφιζαν και ποια ήταν η φιλοσοφία και η γραμμή του. Ακόμη κι αν υποσχόταν να σταματήσει τα ειδεχθή μέτρα, δεν έπαυε να ανήκει στις δυνάμεις που συγκρότησαν την Κυβέρνηση Παπαδήμου. Το '12, οι ψηφοφόροι ήταν υποψιασμένοι και ανέλαβαν την ευθύνη.

Ο Αλέξης Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ είχαν άλλη φυσιογνωμία, πιο ξεκάθαρη ρητορική και πρότερο «αντιμνημονιακό» βίο. Αν είναι λογικό αυτό που συμβαίνει σήμερα; Εν μέρει ναι, ή πιο κομψά όχι μη αναμενόμενο, αν αναλογιστεί κανείς ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν στηρίζεται μόνο από εκπροσώπους της ιστορικής αριστερής καταβολής του, αλλά και σε στελέχη που διετέλεσαν σε πιο «ήπιους» χώρους. Η δε ερμηνεία της «διαπραγμάτευσης εντός ευρωζώνης», σε ό,τι αφορά στην λαϊκή εντολή, ασφαλώς και απέχει από την οπτική στην οποία επέμενε εξ αρχής – πιστή στις αρχές της – η Αριστερή πτέρυγα. Και σίγουρα, απαιτεί και πάλι συζητήσεις με Λαγκάρντ, Γιούνκερ, Ντράγκι και άλλα «αγαπημένα παιδιά» της σύγχρονης ελληνικής οικονομίας.

Ποια είναι λοιπόν, κατά την γνώμη μου, η πιο ενδεδειγμένη λύση για τον Αλέξη Τσίπρα, αν δεν θέλει να γίνει τελικά ο «εύκολος στόχος» για τους κάθε λογής δυσαρεστημένους από τις εξελίξεις; Αν τελικά την Πέμπτη υπάρξει κατ'αρχήν συμφωνία, να πάει σε δημοψήφισμα – εφόσον έχει την θεσμική δυνατότητα να το κάνει – με ένα ξεκάθαρο ερώτημα, για να αναλάβει επιτέλους ο Έλληνας την ευθύνη. Εάν δεν είναι εφικτό το δημοψήφισμα – τόσα χρόνια κανένας δεν έχει απαντήσει με σαφήνεια σε αυτό –ας προκηρύξει εκλογές, αποκαλύπτοντας ξεκάθαρα το (νέο) πρόγραμμά του: Με γνώμονα την ρήξη και ένα ενδεχόμενο GREXIT ή ένα πακέτο μέτρων για να σωθεί η "παρτίδα", με μοιραία κάποιους να δυσαρεστούνται και στις δυο περιπτώσεις;

Στην συνείδηση αυτών που πίστεψαν πραγματικά σε «σκίσιμο του μνημονίου», ό,τι και να κάνει ο Αλέξης Τσίπρας θα χρησιμοποιηθεί εναντίον του. Όπως επίσης και εκείνων που πολιτικά και επικοινωνιακά στέκονται εναντίον του. Εκτός όμως από το δικό του μέλλον, υπάρχει και γενικότερη αντίδραση: Πόσο καλό έκανε τελικά στην ελληνική κοινωνία εκείνη η αρρωστημένη κατάσταση την διετία 2010 – 2012; Οι συνέπειες είναι μπροστά μας. Μια από αυτές, έχει 18 έδρανα στην Βουλή των Ελλήνων και κάποια κελιά στις Φυλακές Κορυδαλλού.

Για να μην του πούμε ότι δεν μας τα έλεγε.

*Ο Χριστόδουλος Αθανασάτος είναι δημοσιογράφος του New Greek TV