Warning
  • JUser: :_load: Unable to load user with ID: 140
Log in
A+ A A-

Το παιχνίδι του λαϊκισμού - Άρθρο του Παναγιώτη Μινογιάννη στο thetoc.gr

"Λυπάμαι και οργίζομαι μαζί" μου λέει ο Κώστας και το μέτωπο του ζαρώνει επικίνδυνα όπως μιλάει. "Τίποτα δεν έχει αλλάξει, τίποτα". Μου εξηγεί έναν ακόμη από αυτούς τους νεοελληνικούς παραλογισμούς απίστευτης γραφειοκρατίας που είναι πλέον τόσο κοινότοποι, που θα έπρεπε να τους δώσουμε και ένα όνομα για να συντομεύουμε την συζήτηση.

Ο Κώστας είναι ένας από τους πολλούς-τολμώ να πω πλειονότητα- που πίστευαν παρά τις δυσκολίες, τα προβλήματα, τις εντάσεις που έφερε η χρεοκοπία της οικονομίας στην κοινωνία, ότι αυτή η κρίση ήταν ευκαιρία να γίνουμε κανονικό κράτος, να βάλουμε κανόνες και να τους εφαρμόσουμε, να δουλέψουμε συντεταγμένα και να βοηθήσουμε τις εξαγωγές μας, να βάλουμε προτεραιότητες και να τις τηρήσουμε, να σεβαστούμε εντέλει τον εαυτό μας και τον δίπλα μας, μιλώντας την αλήθεια και όντας νοικοκύρηδες. Αυτοί οι πολλοί έβαλαν πλάτη στην δημοσιονομική προσαρμογή. Και η σημερινή του ένταση αντηχεί μια αγωνία για το ότι κοινωνικές μειοψηφίες, πολιτικές ελίτ και οι αυλικοί ενός συστήματος που όλο πεθαίνει και όλο εδώ είναι, δείχνουν να επιστρέφουν το καράβι προς καταιγίδα.

Λίγο η «παραίτηση» Θεοχάρη, λίγο το νέο κυβερνητικό σχήμα μετά από τον ανασχηματισμό, λίγο η εκ νέου επικράτηση του λαϊκισμού (αριστερού ή δεξιού, λίγη σημασία έχει πια), λίγο η δύσκολη καθημερινότητα, λίγο οι εσωτερικές αναζητήσεις των πολιτικών σχηματισμών και η παντελής απουσία ρεαλιστικών, αναλυμένων και κοστολογημένων προτάσεων για αυτό το «Εθνικό σχέδιο» και η εικόνα σχηματίζεται καθαρά. Νομίζουν κάποιοι ότι το παιχνίδι τελείωσε, είναι και καλοκαίρι οπότε ας επιστρέψουμε στις παλιές μας συνήθειες. Οι από εδώ και οι από εκεί-εξίσου λαϊκιστές, θα φωνάζουν όσο περισσότερο γίνεται, για οτιδήποτε (φτάνει να μην συμφωνούμε με τους απέναντι) για να δημιουργήσουν «κλίμα πόλωσης».

Μέχρι πρόσφατα πίστευα ότι οι περισσότεροι πολιτευτές δεν μπορούσαν να κατανοήσουν πολλώ δε μάλλον να επιλύσουν τα προβλήματα της χώρας. Δεν το πιστεύω πια. Νομίζω ότι καταλαβαίνουν πολύ καλά. Το πρόβλημα τους είναι ότι δεν μπορούν να πουλήσουν το πακέτο επίλυσης στους πολίτες. Τους ενδιαφέρουν μόνο δύο πράγματα, να διαιωνίζονται τα προβλήματα και να μας λένε ότι φταίνε οι απέναντι, οι άλλοι. Γιατί έτσι παίζεται το παιχνίδι των εκλογών, το μόνο που έμαθαν όλα αυτά τα χρόνια. Για αυτό απομακρύνουν όποιον προσπαθεί να επιλύσει αγκυλώσεις. Χωρίς να τους νοιάζει ότι κάθε επιμέρους επικράτηση μιας συντεχνίας επί του συνολικού κοινωνικού οφέλους οδηγεί στην διαιώνιση μιας ανεύθυνης κοινωνίας που μαθηματικά και νομοτελειακά θα φτωχαίνει συνεχώς. Δεν πειράζει όμως, φτάνει να φωνάζει και να κατηγορεί τους απέναντι.

Και αυτό το κάνουν και οι μεν και οι δε, κυβέρνηση και αντιπολίτευση, εκπαιδεύοντας την κοινωνία σε αυτό το παιχνίδι οπισθοδρόμησης και κοροϊδίας. Και έτσι δημιουργείται ο φαύλος κύκλος που με στόχο την αυτό-αναπαραγωγή αυτού του στρεβλού συστήματος, οδηγεί σε διχασμούς και στασιμότητα. Γιατί ανεξάρτητα από την ρητορική τέχνη ενός εκάστου πολιτικού και/ή την «ιδεολογική» του τοποθέτηση, αν κανείς ξεγυμνώσει τα επιχειρήματα που ακούγονται μετά τις εκλογές, όλα στηρίζουν την στασιμότητα του χθες, την διατήρηση ενός παρασιτικού τρόπου ζωής. Αν κάνουμε κάτι, το κάνουμε μόνο γιατί κάποιοι κακοί τρίτοι το επιβάλλουν. Δεν υιοθετεί κανείς ένα πραγματικό μεταρρυθμιστικό λόγο. Και για σχέδιο ούτε συζήτηση.

Η ίδια η λέξη μεταρρύθμιση κακοποιείται όταν συνδυάζεται με την μείωση μισθών, συντάξεων και/ή τις απολύσεις ή με την επαναφορά σε μη διαχειρίσιμα ελλείμματα. Μεταρρύθμιση σημαίνει μελέτη, σχέδιο, δράση, αξιολόγηση αποτελεσμάτων με στόχο την προσαρμογή συστημάτων διοίκησης στο διαμορφούμενο εξωτερικό περιβάλλον που συνεχώς αλλάζει. Σημαίνει ότι η κατεύθυνση πολιτικών πρέπει να είναι προς μια εξωστρέφεια στην παραγωγή και στην προώθηση υπηρεσιών και προϊόντων και συνάμα να πρεσβεύουν μια νοικοκυροσύνη στην διαχείριση με ισότιμη κατανομή βαρών και δημιουργία προϋποθέσεων επιτυχίας. Όταν δανειζόμαστε να ξέρουμε που επενδύουμε και γιατί. Και συχνά μπορεί και να σημαίνει οι πολιτικές ελίτ να βγουν μπροστά από την κοινωνία και να εξηγήσουν την κατεύθυνση, τους λόγους, το σχέδιο και τα προσδοκώμενα οφέλη για την οικονομία αλλά κυρίως για την κοινωνία. Και να ηγηθούν με το παράδειγμα τους.

Πέντε χρόνια μετά την αρχή της ύφεσης και προφανώς συνεχίζουμε να πιστεύουμε ότι μας παίρνει να μην αλλάξουμε τον τρόπο που διοικούμε την χώρα μας. Και αν υπάρχει ιδιοτελής εξήγηση περί αυτο-αναπαραγωγής ενός παλιού κατεστημένου, αυτό δεν μας δικαιολογεί. Πλέον ξέρουμε, ζήσαμε τις συνέπειες τέτοιων επιλογών. Το πρωτογενές πλεόνασμα από μόνο του δεν φτάνει. Ακόμη και μια επιτυχημένη έκβαση στο θέμα του χρέους δεν επαρκεί. Είναι και τα δύο αναγκαίες συνθήκες βελτίωσης της ζωής μας και τεράστιες επιτυχίες, αν τα πετύχουμε. Αλλά αν δεν αλλάξουμε την ελληνική δημόσια διοίκηση, αποβάλλοντας το κομματικό κριτήριο από την καθημερινή λήψη απόφασης στην εξυπηρέτηση των πολιτών, δεν θα δημιουργήσουμε προοπτική για το μέλλον και θα περιοριστούμε στο να λυπόμαστε και να οργιζόμαστε.

*Ο Παναγιώτης Μινογιάννης είναι λέκτορας Πολιτικής και Διοίκησης Υγείας.